Αναιμία και διατροφή
Τι είναι η αναιμία
Αναιμία ονομάζουμε το φαινόμενο της μείωσης της τιμής της αιμοσφαιρίνης κάτω από την τιμή που θεωρείται φυσιολογική για την ηλικία και το φύλο του εξεταζόμενου ατόμου. Σε ορισμένες περιπτώσεις αναιμίας εξετάζουμε και τον αριθμό των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Δηλαδή, η αναιμία δεν αποτελεί από μόνη της μία νόσο, αλλά ένα εργαστηριακό εύρημα. Μπορεί λοιπόν να εμφανιστεί σε υπόβαθρο πολλών νοσημάτων. Αντίθετα, η σιδηροπενική αναιμία, η απλαστική αναιμία, η β-θαλασσαιμία κτλ αποτελούν από μόνες τους νοσολογικές οντότητες.
Οι φυσιολογικές τιμές της αιμοσφαιρίνης για τους άντρες κυμαίνονται μεταξύ 13-18g/L ενώ για τις γυναίκες μεταξύ των τιμών 11,5-16,5g/L. Αντίστοιχα, τα φυσιολογικά όρια για τον αριθμό των ερυθρών αιμοσφαιρίων στους άντρες είναι 4,5-6,5 x 106/mm3 ενώ για τις γυναίκες 3,8-5,8 x 106/mm3. Ένας άλλος δείκτης της «επάρκειας» των ερυθρών αιμοσφαιρίων είναι ο αιματοκρίτης, ο οποίος εκφράζει την αναλογία ερυθρών αιμοσφαιρίων ανά μονάδα όγκου του αίματος. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι μας πληροφορεί για την «πυκνότητα» του αίματος. Για τους άνδρες οι φυσιολογικές τιμές κυμαίνονται μεταξύ 40-52% ενώ για τις γυναίκες 36-48%.
Σε ποια άτομα εμφανίζεται
Η αναιμία γενικά εμφανίζεται κατά πρώτον, όταν υπάρχει ελλειμματική αιμοποίηση. Όταν δηλαδή, η παραγωγή των κυττάρων του αίματος είναι ελαττωματική. Επίσης, εμφανίζεται σε περιπτώσεις όπου υπάρχει αυξημένη καταστροφή αυτών των κυττάρων. Για παράδειγμα νοσήματα όπως οι καρκίνοι του αίματος, ή φάρμακα όπως τα χημειοθεραπευτικά, που επιδρούν στον μυελό των οστών μπορούν να οδηγήσουν σε εμφάνιση αναιμίας. Επίσης, νοσήματα των νεφρών που απολήγουν σε μειωμένη παραγωγή ερυθροποιητίνης, μπορούν να αποτελέσουν αίτιο αναιμίας. Από την άλλη, νοσήματα του σπλήνα και γενικά των οργάνων που ανήκουν στο δικτυοενδοθηλιακό σύστημα οδηγούν σε «εγκλωβισμό» και αυξημένο ρυθμό καταστροφής των ερυθρών αιμοσφαιρίων.
Διατροφή στην αναιμία
Η διατροφή στην αναιμία τροποποιείται αναλόγως με τους στόχους της θεραπευτικής παρέμβασης. Συνεπώς, τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα και άρα και η σύσταση της διατροφής διαφέρουν κατά περίπτωση.
Για παράδειγμα, στην σιδηροπενική αναιμία, στόχος της διατροφικής παρέμβασης είναι η παροχή επαρκών ποσοτήτων και υψηλής βιοδιαθεσιμότητας σιδήρου στον οργανισμό. Στην περίπτωση αναιμίας λόγω νεοπλασίας του αίματος (λευχαιμίες) όμως, ο στόχος διαφέρει. Από θεραπευτικός, γίνεται υποστηρικτικός. Δηλαδή, η διατροφική φροντίδα στοχεύει στην υποστήριξη της θρέψης κατά τη διάρκεια της χημειοθεραπείας, στην ελαχιστοποίηση-βελτίωση της ανοχής έναντι στα συμπτώματα που αυτή προκαλεί και έχουν αντίκτυπο στη θρέψη του ασθενούς.
Με απλά λόγια, στη χημειοθεραπεία, η διατήρηση της θρεπτικής κατάστασης του ασθενούς εξασφαλίζει καλύτερη ανοχή των θεραπευτικών δόσεων του φαρμάκου. Αντίθετα, εάν ο ασθενής χάσει βάρος, αναγκαστικά μειώνεται και η χορηγούμενη δόση με πιθανό αρνητικό αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Επίσης, αναιμία λόγω κακοήθειας του αίματος οδηγεί σε ορισμένες περιπτώσεις και σε μειωμένη ανοσοαπόκριση. Δηλαδή, σε αδύναμο ανοσοποιητικό. Σε μια τέτοια περίπτωση εκτός των άλλων, η διατροφή έχει ως σκοπό την παροχή ασφαλούς δίαιτας στον ασθενή. Η κατάλληλη διατροφή σε αυτή την περίπτωση είναι η δίαιτα χαμηλού μικροβιακού φορτίου όπου περιορίζεται η κατανάλωση ατελώς μαγειρεμένων τροφίμων, καταναλώνεται μόνο νερό που προηγουμένως έχει υποστεί βρασμό κ.ά.
Αντίθετα, στην περίπτωση της ανεπαρκούς παραγωγής ερυθροποιητίνης από τους νεφρούς λόγω νεφρικής νόσου, το πρόβλημα της αναιμίας λύνεται εύκολα με την εξωγενή χορήγηση ερυθροποιητίνης. Η διατροφή εδώ αξιοποιείται ως τρόπος προσφοράς σιδήρου, ιχνοστοιχείου απαραίτητου για την σύνθεση της αίμης, αλλά στοχεύει κυρίως στην αντιμετώπιση της νεφρικής νόσου.
Συνεπώς σε κάθε περίπτωση αναιμίας, η διατροφική προσέγγιση του ασθενούς και η διαιτητική εντολή χρήζει αυστηρής εξατομίκευσης.
Σε γενικές γραμμές όμως, η διατροφή θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από ποικιλία και μέτρο, εκτός εάν υπάρχουν συγκεκριμένες αντενδείξεις. Δηλαδή, ο ασθενής θα πρέπει να καταναλώνει καθημερινά 5 μερίδες φρούτων και λαχανικών, 2 μερίδες γαλακτοκομικών και προϊόντα δημητριακών ολικής άλεσης. Επίσης, εβδομαδιαία θα πρέπει να καταναλώνει 2 μερίδες ψαριών, μία εκ των οποίων να προέρχεται από λιπαρό ψάρι. Λευκό κρέας (π.χ. κοτόπουλο, γαλοπούλα) θα πρέπει να καταναλώνει 1-2 μερίδες εβδομαδιαία και κόκκινο κρέας 1 μερίδα ανά 1-2 εβδομάδες.
Απορρόφηση σιδήρου (σιδηροπενική αναιμία)
Σιδηροπενική αναιμία αναπτύσσεται όταν οι ανάγκες του οργανισμού σε σίδηρο ή ακόμη και οι απώλειές του, ξεπερνούν τις απορροφούμενες ποσότητες.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυξημένων απωλειών είναι η έμμηνος ρύση των γυναικών, η απώλεια αίματος από τον γαστρεντερικό σωλήνα (πχ λόγω νόσου Crohn, ελκώδους κολίτιδας, πεπτικό έλκους) κ.ά. Αντίθετα, χαρακτηριστικό παράδειγμα αυξημένων αναγκών του οργανισμού σε σίδηρο είναι η περίοδος της ανάπτυξης και η εγκυμοσύνη.
Συν των άλλων θεραπευτικών παρεμβάσεων, σημαντικό ρόλο στον έλεγχο της νόσου παίζει και η διατροφή.
Στόχος της, όπως προαναφέρθηκε, είναι κυρίως η παροχή επαρκών ποσοτήτων, υψηλής βιοδιαθεσιμότητας σιδήρου στον οργανισμό. Γενικά, ο σίδηρος στα τρόφιμα διακρίνεται σε δύο κατηγορίες, τον αιμικό και τον μη αιμικό.
Ο αιμικός σίδηρος ανευρίσκεται σχεδόν αποκλειστικά στο κρέας και η απορρόφησή του αγγίζει το 80-90%. Λέγεται αιμικός, διότι αποτελεί συστατικό της αίμης που περιέχεται στην αιμοσφαιρίνη. Είναι φυσικό λοιπόν να ανευρίσκεται κατά βάση σε ζωικούς ιστούς. Είναι κυρίως δισθενής Fe2+ και η απορρόφησή του δεν εξαρτάται από τις υπόλοιπες τροφές που συνυπάρχουν στον γαστρεντερικό σωλήνα. Δηλαδή, η απορρόφηση του σιδήρου μιας χοιρινής μπριζόλας, δεν αυξάνεται ούτε μειώνεται σημαντικά από την ταυτόχρονη κατανάλωση άλλων τροφίμων. Αυτό συμβαίνει διότη η αίμη απορροφάται αυτούσια-ως έχει από τα κύτταρα του βλεννογόνου. Τον αιμικό σίδηρο συναντούμε στο κοτόπουλο, το χοιρινό κρέας, το μοσχαρίσιο κρέας και το συκώτι, καθώς επίσης και στον μπακαλιάρο και τη γλώσσα.
Αντίθετα, η απορρόφηση του ελεύθερο μη αιμικού σιδήρου, γίνεται σε μικρό βαθμό (1-20%) και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη σύσταση του υπόλοιπου γεύματος. Συναντάται στα τρόφιμα στην τρισθενή μορφή (Fe3+) και μπορεί να σχηματίζει σύμπλοκα με άλλα στοιχεία στον εντερικό αυλό. Η απορρόφησή του αυξάνεται εάν καταναλώνεται μαζί η βιταμίνη C, ενώ μπορεί να μειώνεται εάν καταναλωθεί ταυτόχρονα κάποιο γαλακτοκομικό που περιέχει ασβέστιο. Από εδώ λοιπόν προέρχεται και ο μύθος με το πορτοκάλι και το τυρί μετά από ένα πιάτο με πεντανόστιμο σπανακόρυζο. Ελεύθερο αίμης σίδηρο συναντούμε σε αξιόλογες ποσότητες στις φακές, το σπανάκι, τα λαχανάκια Βρυξελλών και τα δημητριακά.
Συνεπώς, ασθενής με σιδηροπενική αναιμία θα πρέπει να προτιμά ζωικές πηγές, αιμικού σιδήρου. Κάτι τέτοιο όμως δεν αποτελεί πανάκεια, καθώς θα πρέπει να συνυπολογιστούν και άλλα νοσήματα που πιθανόν να συνυπάρχουν όπως πχ η δυσλιπιδαιμία.
Πηγή photo: pixabay.com

Νικόλαος Δήμζας DVM,RD, MSc
Στρατιωτικός Κλινικός Διαιτολόγος - Διατροφολόγος
Ιστότοπος: https://docdiet.gr/