Τζόγος: Αίτια, Συμπτώματα και Θεραπεία
Τα τυχερά παιχνίδια αποτελούν έναν προσφιλή και κοινωνικά αποδεκτό τρόπο διασκέδασης. Εμπεριέχουν κοινωνική αλληλεπίδραση και είναι δυνατό να αποτελέσουν αφορμή για συνάντηση και συνδιαλλαγή με φίλους ή γνωστούς με αντίστοιχα ενδιαφέροντα. Στις σύγχρονες κοινωνίες οι άνθρωποι μπορεί να παίζουν χαρτιά, λόττο, κουλοχέρη ή άλλα παιχνίδια σε μηχανήματα, να αγοράζουν λαχεία ή λαχνούς, να ποντάρουν στον ιππόδρομο, σε αθλητικούς αγώνες ή στο καζίνο, ενώ τελευταία σχεδόν όλα τα παραπάνω μπορούν να γίνουν και μέσω διαδικτύου. Αν και συνηθέστερα είναι τα χρήματα, υπάρχουν περιπτώσεις που το στοίχημα μπορεί να αφορά πολύτιμα αντικείμενα, ακίνητα, ακόμη και ερωτικές υπηρεσίες συζύγων.
Ο τζόγος ορίζεται ως η τοποθέτηση οποιουδήποτε είδους αντικειμένου ή περιουσίας με υλική αξία σε ένα παιχνίδι ή γεγονός με αβέβαιη έκβαση, όπου ο παράγοντας τύχη, σε διαφορετικό βαθμό κάθε φορά, καθορίζει την έκβαση αυτή. Η συμμετοχή της παρέας, η πιθανότητα κέρδους και ο γεμάτος θόρυβο και φώτα χώρος αποτελούν παράγοντες που συμβάλλουν στην αντίληψη της εμπειρίας ως γοητευτικής και συναρπαστικής. Η σωματική διέγερση και η έξαψη που βιώνει ο παίκτης είναι καίριο σημείο για την προσέλκυση ενός ατόμου στον τζόγο. Έχει επίσης, επισημανθεί ότι το διάστημα που μεσολαβεί από την αγορά, την τοποθέτηση του στοιχήματος μέχρι τη γνωστοποίηση και την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων αποτελεί παράγοντα κινδύνου για πιθανή απώλεια ελέγχου από πλευράς του παίκτη. Συγκεκριμένα, όσο πιο μικρό είναι το διάστημα αυτό (πχ κουλοχέρηδες, διάστημα λιγότερο από 20'') και η ευκαιρία να ξαναπαίξει κάποιος είναι άμεση, το ενδεχόμενο να παθιαστεί κάποιος με την ενασχόληση αυτή αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις. Επιπρόσθετα, η ευκολία πρόσβασης αποτελεί ενθαρρυντικό παράγοντα για απώλεια ελέγχου, αφού η επιθυμία δεν επανεξετάζεται, όλα είναι πολύ εύκολα, κάτι που βρίσκει ιδιαίτερα πρόσφορο έδαφος στο στοίχημα μέσα από το διαδίκτυο. Επιπλέον, η διαφήμιση παρουσιάζει το τζόγο ως μια γοητευτική δραστηριότητα, δελεάζει δημιουργώντας την παραπλανητική εντύπωση ότι το να κερδίζει κανείς είναι κάτι συνηθισμένο.
Το ζητούμενο είναι τι κάνει άλλους ανθρώπους να έλκονται από μια τέτοια διαδικασία και άλλους είτε να αδιαφορούν είτε να μένουν στο επίπεδο απλά της ψυχαγωγίας. Άνθρωποι που ζουν ερωτικά, ευχαριστιακά τη ζωή, που την προχωρούν με επιθυμία, με επιλογές, με ευθύνη δεν έχουν ανάγκη από δεκανίκια απόλαυσης και δραστηριότητες μέσα από τις οποίες να αποκτήσει η ζωή τους νόημα. Η ζωή τους έχει ήδη νόημα ή καλύτερα της έχουν δώσει οι ίδιοι νόημα, χωρίς να περιμένουν να προκύψει κάτι να τους συγκινήσει, να τους κινητοποιήσει, να δονήσει το συναίσθημά τους και να τους βγάλει από το βούλιαγμα και τη μιζέρια. Οπότε, ακόμη και αν οι άνθρωποι αυτοί ασχοληθούν με το τζόγο κάποια στιγμή στη ζωή τους, θα είναι σε επίπεδο επιλογής ως μέσου ψυχαγωγίας και όχι σε επίπεδο καταφυγίου από τα δυσάρεστα και τα στενάχωρα της καθημερινότητάς τους.
Πότε όμως η επιθυμία για διασκέδαση παύει να έχει πλάκα; Πότε η ενασχόληση στον ελεύθερο χρόνο γίνεται έμμονη ιδέα, κατά την οποία κυριαρχεί η ανησυχία ανεύρεσης και εξασφάλισης χρημάτων για να συνεχίσει κανείς να παίζει, οπότε κάνουμε λόγο πια για παθολογικό ή καταναγκαστικό τζόγο; Ανεξάρτητα με το αν κερδίζει ή χάνει κάποιος, ο παίκτης έχει ισχυρό κίνητρο να συνεχίσει να συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο, τζογάροντας, αφού αποκομίζει τεράστια συγκίνηση και διέγερση από την ενασχόληση αυτή. Από τη στιγμή που χάνει κανείς τον έλεγχο, προκύπτουν οικονομικά, κοινωνικά και ψυχολογικά προβλήματα, χρέη, οικογενειακή αποσύνθεση ή και παραβατική συμπεριφορά.
Στοιχεία παθολογικής ενασχόλησης με το τζόγο αρχίζουν να διαφαίνονται σταδιακά τίποτα άλλο δεν είναι σημαντικό, υπάρχει διάχυτο αίσθημα αδημονίας, φόβος μήπως κανείς χάσει κάποια ευκαιρία να κερδίσει (πχ ξεχάσει να παίξει πριν κληρωθούν τα νούμερα), παράλογη βεβαιότητα και φαντασιώσεις ότι θα κερδίσει, διέγερση και μόνο στην ονειροπόληση για το πώς θα ξοδέψει αυτά που θα κερδίσει, δυσφορία, θυμός και ένταση στην περίπτωση που κάτι εμποδίσει την ενασχόληση.
Κατά την διάρκεια του παιχνιδιού παρατηρείται απόλυτη αφοσίωση στο παιχνίδι, ενθουσιασμός και διέγερση που εκδηλώνεται και με σωματικά συμπτώματα (πχ ταχυκαρδία, εφίδρωση), ενώ συχνά εμφανίζεται προληπτική συμπεριφορά (τυχαία σύνδεση γεγονότων, συμπεριφορών, σκέψεων με το επιθυμητό αποτέλεσμα). Όταν κανείς κερδίσει κυριαρχεί ανακούφιση, ικανοποίηση και ανυπομονησία για το επόμενο παιχνίδι, αύξηση αυτοπεποίθησης, καθώς το κέρδος εκλαμβάνεται ως αποτέλεσμα ικανότητάς, αίσθημα ευφορίας και αυτεπάρκειας, αφού έχοντας χρήματα δίνεται η δυνατότητα εντυπωσιασμού στον περίγυρο, στην/στον σύντροφο, στην/στον σύζυγο. Όταν το αποτέλεσμα δεν είναι ικανοποιητικό, παρατηρούνται ενοχές, φόβος αποκάλυψης από τον/την σύζυγο ή κάποιον άλλο, ανησυχία για ανεύρεση τρόπου εξασφάλισης χρημάτων που απαιτούνται για κάλυψη καθημερινών εξόδων, μηχανορραφίες και ψέματα. Συχνά υπάρχει θυμός προς τον εαυτό, αυτοκατηγόρια, προσπάθεια ανέυρεσης χρημάτων ώστε να ξαναπαίξουν προκειμένου να κερδίσουν όσα έχασαν, αλλά και κατανάλωση αλκοόλ ή άλλων ουσιών ως μέσο ανακούφισης και προσωρινής απόσπασης της σκέψης από το αίσθημα αδιεξόδου.
Πέρα από τον ίδιο τον παίκτη, οι συνέπειες του πάθους για το τζόγο επηρεάζουν βαθιά όλη τη δομή της οικογένειάς του. Σταδιακά ο ίδιος αποσύρεται από οικογενειακές δραστηριότητες, κυρίως λόγω έλλειψης χρημάτων για την πραγματοποίησή τους. Οι καβγάδες γύρω από το θέμα, και όχι μόνο, είναι συχνοί, ενώ μπορεί να παρατηρηθεί και σωματική ή λεκτική βία, συμπεριφορές που μπορεί να απομακρύνουν το ζευγάρι, να τους αναγκάσουν να μένουν για κάποιο διάστημα χωριστά ή να τους οδηγήσουν ακόμη και σε διαζύγιο.
Η πίεση ξεκινά συχνά από τα άτομα του περιβάλλοντος του παίκτη που διαβλέπουν οικονομική καταστροφή και εκφράζουν προσωπική δυσαρέσκεια για την αδιαφορία του για ο,τιδήποτε άλλο. Σε μια προσπάθεια να περιορίσουν το φαινόμενο μπορεί να επιβάλλουν στον παίκτη περιορισμένη πρόσβαση σε χρήματα, με αποτέλεσμα εκείνος να αναζητά άλλες πηγές εσόδων. Συγκεκριμένα, ρευστοποιεί περιουσιακά στοιχεία, εισπράττει επιδόματα διακοπών/ασθενείας, κάνει χρήση πιστωτικών καρτών, παίρνει δάνεια, υποθηκεύει κοσμήματα και ηλεκτρικές συσκευές, ενώ ως έσχατη λύση μπορεί να διαπράττει κλοπές ή ληστείες. Ενδεικτικές αντιδράσεις των κοντινών του προσώπων είναι η σύγχυση, οι ενοχές, ο θυμός, η απώλεια εμπιστοσύνης και η ανησυχία και η αβεβαιότητα για το μέλλον. Ως επακόλουθο, επέρχεται σταδιακά κοινωνική απόσυρση, απομάκρυνση από φίλους και απομόνωση όλης της οικογένειας.
Οποιουδήποτε είδους θεραπεία προϋποθέτει την επιθυμία και το κίνητρο του εξαρτημένου για αλλαγή. Η εξάρτηση από το τζόγο αντιμετωπίζεται παρόμοια με άλλου είδους εξαρτήσεις και η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει από την αποχή του παίκτη με διάφορους τρόπους, τη διαμονή του ίσως αρχικά και σε ένα κλειστό σύστημα μέχρι την μακροχρόνια ψυχοθεραπεία, όπου «δουλεύεται» πια η ψυχολογική εξάρτηση.
Επιβεβλημένη κρίνεται η παροχή πληροφοριών προς τα μέλη της οικογένειας σχετικά με τα υπάρχοντα χρέη και τους πιθανούς τρόπους αποπλήρωσής τους, ενώ σε προσωπικό επίπεδο, απαιτείται ένας επαναπροσδιορισμός συμβολαίου ζωής από τον παίκτη προς τον εαυτό του, η ανάληψη προσωπικής ευθύνης για τον τρόπο ζωής του αλλά και νέοι όροι για το μέλλον. Σημαντική συνήθως κρίνεται η συμμετοχή σε θεραπεία όλου του οικογενειακού συστήματος του εξαρτημένου, καθώς συχνά ο παίκτης εκπροσωπεί και εκφορτίζει την παθολογία ενός ευρύτερου νοσηρού συστήματος. Κατά την θεραπευτική διαδικασία ερευνώνται μοτίβα ζωής και μύθοι οικογενειακοί, όπως η τάση για εύκολο χρήμα, χωρίς κόπο, χωρίς προσωπική ευθύνη και αγώνα, η τάση να «την γλιτώνει» κανείς και να μην αναλαμβάνει ευθύνες ενηλίκου, αλλά και από την πλευρά των υπόλοιπων μελών της οικογένειας ανεκτικότητα, έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας, σχέσεις χωρίς μοίρασμα. Κάθε μέλος του οικογενειακού συστήματος καλείται να αποκτήσει συνειδητότητα της προσωπικής του συμβολής στην εκδήλωση της εξάρτηση του ταυτοποιημένου αρρώστου και να μετακινηθεί προκειμένου να υπάρξουν πιο λειτουργικά υποσυστήματα, στα οποία κανείς δε χάνει την προσωπικότητα, τη φωνή του, την ύπαρξή του.

Βασιλική Παπαδημητρίου
Ψυχολόγος Μ.Sc. Ιατρικής
Υπαρξιακή-Συστημική Ψυχοθεραπεία